6. ΜΝΗΣΤΗΡΟΦΟΝΙΑ
_Το
άλλο πρωί πήγε πρώτος στο παλάτι ο Τηλέμαχος και μετά έφτασε ο
Οδυσσέας -ζητιάνος με τον Εύμαιο και μπήκε στην αυλή του παλατιού του
για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια. Κανείς δεν τον αναγνώρισε εκτός από
τον Άργο, το πιστό του σκυλί που, γέρικο πια, περίμενε τον κύριό του για να πεθάνει.
_Όταν ο Οδυσσέας μπήκε στο παλάτι βρήκε τους μνηστήρες να τρώνεκαι να πίνουν. Άρχισαν να κοροϊδεύουν και να χτυπούν το ζητιάνο. Η Πηνελόπη,
που έμαθε ότι ένας ζητιάνος είχε έρθει από μακριά, τον κάλεσε το
βράδυ, αφού φύγαν οι μνηστήρες, για να τον ρωτήσει αν ήξερε κάτι για
τον άντρα της. Πρώτα έβαλε τη γρια δούλα , την Ευρύκλεια
, να του πλύνει τα πόδια. Καθώς του έπλενε τα πόδια, έπιασε ένα σημάδι
που είχε στο δεξιό του γόνατο ο Οδυσσέας από μικρός και τον
αναγνώρισε. Ο Οδυσσέας της έκλεισε το στόμα και της ζήτησε να μην πει
τίποτα σε κανέναν. Στη συνέχεια παρηγόρησε την Πηνελόπη, χωρίς να της φανερωθεί. Της είπε όμως, ότι ο άντρας της θα γύριζε γρήγορα.
_Την επόμενη μέρα οι μνηστήρες μαζεύτηκαν πάλι στο παλάτι κι άρχισαν να τρώνε και να πίνουν. Η Αθηνά έβαλε στο νου της Πηνελόπης την ιδέα να κάνει αγώνα τοξοβολίας. Έφερε το τόξο του Οδυσσέα με δώδεκα τσεκούρια που είχαν τρύπα στην κορφή. Ο Εύμαιος έστησε τα τσεκούρια στη σειρά και η Πηνελόπη είπε:-Όποιος από σας τεντώσει τη χορδή αυτού του τόξου και ρίξει ένα βέλος που θα περάσει από τις τρύπες όλων των τσεκουριών, αυτός θα γίνει άντρας μου.
|
_Ένας ένας οι μνηστήρες προσπάθησαν, αλλά
κανένας δεν κατάφερε να λυγίσει τη χορδή του τόξου. Τότε ζήτησε κι ο
ζητιάνος να δοκιμάσει. η Πηνελόπη έφυγε και
η Αθηνά έδωσε στον Οδυσσέα την κανονική του μορφή. Άρπαξε τότε το
τόξο, τέντωσε τη χορδή κι έριξε ένα βέλος που πέρασε κι από τις 12
τρύπες.
_Τότε οι μνηστήρες κατάλαβαν ποιος ήταν
και τρόμαξαν. ο Εύμαιος και η Ευρύκλεια έκλεισαν τις πόρτες κι ο
Οδυσσέας άρχισε να σημαδεύει τους μνηστήρες. Δίπλα του έριχνε κι ο
Τηλέμαχος με το τόξο.
_
Όταν σκοτώθηκαν οι μνηστήρες η Ευρύκλεια πήγε στην Πηνελόπη και της είπε πως ο άντρας της γύρισε. Δεν την πίστεψε στην αρχή. Μετά όμως βεβαιώθηκε κι έκλαψαν κι οι δυο αγκαλιασμένοι από χαρά. Την άλλη μέρα το πρωί ο Οδυσσέας πήγε να δει τον πατέρα του, το γέρο Λαέρτη, που ζούσε μόνος στα κτήματά του.Πικραμένος ο γέροντας χρόνια περίμενε το γιο του να γυρίσει. Κι όταν τον είδε μπροστά του ζωντανό τον αγκάλιασε κι έκλαψε πολλή ώρα.
Οι συγγενείς όμως των μνηστήρων πήγαν οπλισμένοι στο παλάτι να βρουν τον Οδυσσέα κι αφού δεν τον βρήκαν εκεί, πήγαν στο κτήμα του Λαέρτη. Πήραν τότε ο Οδυσσέας κι ο Τηλέμαχος τα όπλα τους κι ετοιμάστηκαν για μάχη. _ _Ήρθε όμως η Αθηνά απ' τον Όλυμπο,
στάθηκε ανάμεσά τους και τους είπε: «Σταματήστε τον πόλεμο και γίνετε
όλοι φίλοι». Τότε όλοι άφησαν τα όπλα τους κι ορκίστηκαν πίστη στον
Οδυσσέα. Ο Οδυσσέας έζησε από τότε ευτυχισμένος και βασίλεψε πολλά
χρόνια στην αγαπημένη του πατρίδα, την Ιθάκη.
|
|
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Online Σταυρόλεξο Συμπλήρωση κενών. Άσκηση πολλαπλών επιλογών. |
5. Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΣΤΗΝ ΙΘΑΚΗ
_Όταν
ο ήλιος ανέτειλε, ξύπνησε ο Οδυσσέας. Όμως υπήρχε ομίχλη γύρω του και
δεν κατάλαβε πως ήταν στην Ιθάκη. Ήρθε τότε η θεά Αθηνά, σκόρπισε την
ομίχλη κι ο Οδυσσέας κατάλαβε πως βρισκόταν επιτέλους στην Ιθάκη.
Γονάτισε κλαίγοντας και φίλησε το χώμα της πατρίδας του .
_Η
Αθηνά τού είπε: «Οδυσσέα, στο παλάτι σου έχουν μπει πολλοί μνηστήρες,
που κάθε μέρα τρώνε και πίνουν και θέλουν να παντρευτούν την Πηνελόπη,
τη γυναίκα σου, και να γίνουν βασιλιάδες της Ιθάκης. Η Πηνελόπη όμως
κλαίει αδιάκοπα και περιμένει να γυρίσεις. Τώρα όμως πήγαινε στην καλύβα
του πιστού χοιροβοσκού σου, του Εύμαιου, και περίμενε εκεί το γυρισμό
του γιου σου, του Τηλέμαχου, που έρχεται από ταξίδι. Είχε πάει στην Πύλο
και στη Σπάρτη να μάθει απ' το Μενέλαο κι από το γέρο Νέστορα νέα για
σένα».
|
__Πήγαινε στο καλύβι του βοσκού σου, του Εύμαιου και περίμενέ τον να γυρίσει. Αυτά είπε η Αθηνά και μεταμόρφωσε τον Οδυσσέα σε γέρο ζητιάνο.Έτσι ο Οδυσσέας, αφού έκρυψε τα δώρα των Φαιάκων σε μια σπηλιά, πήγε στο καλύβι του Εύμαιου. Εκείνος δεν τον γνώρισε, τον φιλοξένησε όμως τη νύχτα.
_Την άλλη μέρα έφτασε στην καλύβα ο Τηλέμαχος. Όταν πατέρας και γιος έμειναν μόνοι , η αθηνά έδωσε πάλι στον
Οδυσσέα την πρώτη του μορφή και εκείνος αποκαλύφθηκε στο γιο του.
Αγκαλιάστηκαν κι έκλαιγαν για ώρα πολλή. Μετά κατέστρωσαν ένα σχέδιο για
να σκοτώσουν τους μνηστήρες και η Αθηνά μεταμόρφωσε πάλι τον Οδυσσέα
σε ζητιάνο.
|
|
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
|
ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ, ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΚΑΛΥΨΩ ΚΑΙ ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΦΑΙΑΚΩΝ
ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ
Ύστερα από μέρες έφτασαν στο νησί του ήλιου.
Εκεί έβοσκαν τα παχιά βόδια του θεού. Θυμήθηκε τότε ο Οδυσσέας του Τειρεσία τα λόγια και παρακαλούσε τους συντρόφους του να φύγουν μακριά απ' το νησί αυτό. Μα εκείνοι ήταν πολύ κουρασμένοι και δε δέχονταν. Όταν τους τέλειωσαν τα τρόφιμα, έμειναν μερικές μέρες νηστικοί. Μια μέρα όμως, που ο Οδυσσέας κοιμόταν, έσφαξαν μερικά βόδια και τα έψησαν.
Όταν ξύπνησε ο Οδυσσέας τρόμαξε, μα ήταν αργά. Φεύγοντας απ' το νησί του Ήλιου ο Δίας τούς έστειλε άγρια καταιγίδα και κύματα θεόρατα. Ένα αστροπελέκι χτύπησε το καράβι και το διέλυσε. Πνίγηκαν όλοι. Μόνο ο Οδυσσέας γλίτωσε. Πιασμένος από ένα ξύλο παράδερνε στη θάλασσα δέκα ολόκληρα μερόνυχτα.
Η ΚΑΛΥΨΩ
Τελικά τα κύματα τον έβγαλαν στο νησί της Καλυψώς. Η θεά
τον πήρε στη σπηλιά της, τον φρόντισε, όμως δεν τον άφηνε να φύγει. Επτά
χρόνια τον κράτησε κοντά της.
Η Αθηνά τον λυπήθηκε και παρακάλεσε το Δία να τον βοηθήσει να
επιστρέψει στην πατρίδα του , που τόσο νοσταλγούσε. Ο Δίας έστειλε στην
Καλυψώ τον Ερμή και τη διέταξε να τον αφήσει πια να φύγει. Η Καλυψώ τότε τον βοήθησε να φτιάξει μια σχεδία κι ο Οδυσσέας ανοίχτηκε στο πέλαγος. Μετά από 17 μέρες, ενώ κόντευε να φτάσει στην Ιθάκη, τον είδε ο Ποσειδώνας. Σήκωσε τεράστια κύματα, που διέλυσαν τη σχεδία. Ο Οδυσσέας κολύμπησε δυο μέρες και δυο νύχτες μέχρι που τον βοήθησε η νεράιδα Λευκοθέα και η Αθηνά να βγει σε μια παραλία.
_
_
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
|
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
|
ΣΤΟΝ ΑΔΗ, ΣΤΙΣ ΣΕΙΡΗΝΕΣ , ΣΤΗ ΣΚΥΛΛΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΧΑΡΥΒΔΗ
Το καράβι του Οδυσσέα ταξίδεψε ως το τέρμα του ωκεανού που βρισκόταν η είσοδος του Άδη.
Μπήκε ο Οδυσσέας στον Άδη, έσκαψε λάκκο, έσφαξε μέσα δυο αρνιά και πρόσφερε δώρα στους πεθαμένους, αλεύρι, γάλα και κρασί, νερό και μέλι. Τότε μαζεύτηκαν πολλοί νεκροί τριγύρω. Ο Οδυσσέας είδε τον Αχιλλέα, τον Αγαμέμνονα κι άλλους πολλούς από αυτούς που σκοτώθηκαν στην Τροία.Από μακριά είδε και το Σίσυφο, που αγωνιζόταν ν' ανεβάσει ένα βράχο στην κορυφή ενός βουνού. Μετά από λίγο έφτασε κι ο μάντης Τειρεσίας και τότε ο Οδυσσέας τον ρώτησε πώς θα τα κατάφερναν να φτάσουν στην Ιθάκη. Ο μάντης του είπε: «Ο Ποσειδώνας σε μισεί, γιατί τύφλωσες τον Κύκλωπα Πολύφημο, το γιο του. Όμως, αν δεν πειράξετε τα βόδια του θεού Ήλιου, όταν θα πάτε στο νησί του, θα φτάσετε μια μέρα στην Ιθάκη». ΤΟ ΣΤΕΝΟ ΤΗΣ ΣΚΥΛΛΑΣ
Από το ένα μέρος του στενού η Χάρυβδη ρουφούσε το νερό της θάλασσας κι έπνιγε τα καράβια. Δεν την πλησίασαν και γλίτωσαν. Από το άλλο μέρος όμως η Σκύλλα, κουλουριασμένη στη σπηλιά της, τέντωσε τα έξι φοβερά κεφάλια της, άρπαξε έξι συντρόφους και τους έφαγε. Πέρασαν κλαίγοντας από το φοβερό στενό και βρέθηκαν στην ανοιχτή θάλασσα.
|
ΟΙ ΣΕΙΡΗΝΕΣ
Φεύγοντας απ' τον Άδη, ο Οδυσσέας κι οι σύντροφοι του έφτασαν στο νησί των Σειρήνων. Αυτές μάγευαν τους ναυτικούς με το γλυκό τραγούδι τους κι όταν αυτοί πλησίαζαν, τους έτρωγαν. Ο Οδυσσέας όμως, όπως τον είχε συμβουλέψει η Κίρκη, βούλωσε με κερί των συντρόφων του τ' αυτιά, για να μην ακούσουν τίποτε, και τους διέταξε τον ίδιο να τον δέσουνε σφιχτά στο κατάρτι του καραβιού του.
Πλησιάζοντας τις Σειρήνες μαγεύτηκε απ' το γλυκό τραγούδι τους και παρακαλούσε τους συντρόφους του να τον λύσουν. Μα εκείνοι τον έδεναν σφιχτότερα, ώσπου απομακρύνθηκαν και δεν ακουγόταν πια το τραγούδι των Σειρήνων. |
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
Ερωτήσεις:
|
2. ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΟΥ ΑΙΟΛΟΥ, ΣΤΟΥΣ ΓΙΓΑΝΤΕΣ ΛΑΙΣΤΡΥΓΟΝΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΜΑΓΙΣΣΑΣ ΚΙΡΚΗΣ
Μετά το νησί των Κυκλώπων ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του έφτασαν στο νησί του Αιόλου. Εκεί ζούσαν παλάτια ο Αίολος μαζί με τους έξι γιους και τις έξι κόρες του. Οι θεοί είχαν αναθέσει τη φύλαξη των ανέμων. Έμειναν εκεί 1 μήνα. Ο Οδυσσέας ζήτησε από τον Αίολο να τον βοηθήσει να φτάσει στην Ιθάκη. Εκείνος του έδωσε ένα ασκί όπου είχε μέσα κλεισμένους όλους τους ανέμους, αφήνοντας μόνο το Ζέφυρο (δυτικό άνεμο) να φυσά για να οδηγήσει τα πλοία στην Ιθάκη. Μετά από εννιά μερόνυχτα ταξίδι, τα καράβια έφτασαν τόσο κοντά στην Ιθάκη, ώστε φαίνονταν ακόμη και οι φωτιές που έκαιγαν στα σπίτια. Από την πολυήμερη κούραση, ύπνος βαθύς έπιασε τον Οδυσσέα. Τότε κάποιοι από τους συντρόφους του, που πίστευαν πως μέσα στο ασκί του Αιόλου είχε χρυσάφι, ασήμι κι άλλα πολύτιμα δώρα, άνοιξαν το ασκί. Αμέσως ξεχύθηκαν οι φοβεροί άνεμοι, τεράστια κύματα σηκώθηκαν κι έσπρωξαν τα καράβια μακριά.
Έφτασαν στη γη των Λαιστρυγόνων.Τα 11 καράβια μπήκαν σε ένα λιμανι. μόνο το καράβι του Οδυσσέα έμεινε έξω . Τότε οι άγριοι, γίγαντες Λαιστρυγόνες τους επιτέθηκαν κι άρχισαν να ρίχνουν βράχια στα πλοία , ώσπου τα βύθισαν όλα κι έφαγαν όσους ήταν μέσα. Μόνο ο Οδυσσέας και οι σύντροφοι που ήταν στο καράβι του, που δεν είχε μπει στο λιμάνι, γλίτωσαν.
Οι άνεμοι τους έσπρωξαν στο νησί της μάγισσας Κίρκης. Ο Οδυσσέας έστειλε μερικούς συντρόφους να ρωτήσουν πού βρίσκονταν. Έτσι βρέθηκαν στο παλάτι της Κίρκης. Μπήκαν όλοι εκτός από τον Ευρύλοχο. Η Κίρκη υποδέχτηκε τους ξένους, τους έδωσε ένα μαγικό ποτό, τους ακούμπησε με το ραβδί της και τους μεταμόρφωσε σε χοίρους (γουρούνια). Ο Ευρύλοχος έτρεξε κι είπε στον Οδυσσέα τι είχε συμβεί. Αυτός έτρεξε αμέσως προς το παλάτι με το σπαθί του. Στο δρόμο του εμφανίστηκε ο Ερμής , που του είπε τι είχε συμβεί και του έδωσε οδηγίες για να ελευθερώσει τους συντρόφους του. Έτσι ο Οδυσσέας ανάγκασε την Κίρκη να ξανακάνει τους συντρόφους του ανθρώπους. ΄Εμειναν αρκετό καιρό στο νησί. Πριν φύγουν, η Κίρκη τον συμβούλεψε να κατεβεί στον Άδη, να βρει το μάντη Τειρεσία και να τον ρωτήσει πώς θα έφτανε στην Ιθάκη.
ΑΣΚΗΣΕΙΣ
|
|
1. ΣΤΟΥΣ ΚΙΚΟΝΕΣ , ΣΤΟΥΣ ΛΩΤΟΦΑΓΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΚΥΚΛΩΠΕΣ
Ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του έφυγαν με 12 καράβια από την Τροία. Δυνατοί άνεμοι, που έστειλαν οι θεοί, τους έριξαν στη χώρα των Κικόνων. Οι Κίκονες τους επιτέθηκαν γιατί ο Οδυσσέας και οι σύντροφοί του τους άρπαξαν ζώα και γλυκό κρασί. Στη μάχη σκοτώθηκαν πολλοί άλλοι μπήκαν στα καράβια κι έφυγαν μεσα στην καταιγίδα.
Όταν έφτασαν με τα καράβια τους στον κάβο Μαλέα, δυνατός βοριάς έσπρωξε τα καράβια τους στην Αφρική, στη χώρα των Λωτοφάγων. Ο Οδυσσέας έστειλε 3 συντρόφους να μάθουν ποιοί έμεναν εκεί. Οι Λωτοφάγοι τους έδωσαν να φάνε λωτούς κι αυτοί τα ξέχασαν όλα κι ήθελαν να μείνουν εκεί. Ο Οδυσσέας τους πήρε με τη βία κι έφυγαν.
Στη συνέχεια οι άνεμοι τους έφεραν στο νησί των Κυκλώπων. Μόνο το πλοίο του Οδυσσέα πλησίασε στο νησί. Βγήκε με τους 12 συντρόφους του στη στεριά, μπήκαν σε μια θεόρατη σπηλιά, όπου βρήκαν καλάθια με φαγητά. Έφαγαν και περίμεναν το νοικοκύρη. Μόλις τον είδαν τρόμαξαν, γιατί ήταν θεόρατος κι είχε μόνο ένα ματι. Ήταν ο Πολύφημος, ο γιος του Ποσειδώνα, που μπαίνοντας έκλεισε την πόρτα της σπηλιάς με ένα τεράστιο βράχο. Άναψε φωτιά, τους είδε, τους ρώτησε ποιοί ήταν, άρπαξε δυο συντρόφους και τους έφαγε. Το επόμενο βράδυ έφαγε άλλους δύο και ρώτησε τον Οδυσσέα:
-Ποιο είναι το όνομά σου;
- Με φωνάζουν Κανένα.
-Εσένα ,Κανένα, θα σε φάω τελευταίο.
Όταν ο Κύκλωπας έπεσε για ύπνο μετά από πολύ φαϊ και κρασί, ο Οδυσσέας άρπαξε ένα μυτερό κλαδί που είχε ξύσει το πρωί και το έμπηξε στο μοναδικό μάτι του Πολύφημου.
-Με τύφλωσε ο κανένας, άρχισε να ουρλιάζει.
Προσθήκη λεζάντας Το πρωί, άνοιξε την πόρτα της σπηλιάς να βγουν τα πρόβατά του και περίμενε να τους πιάσει. Ο Οδυσσέας, όμως, και οι σύντροφοί του έφυγαν δεμένοι στις κοιλιές των προβάτων.
έτρεξαν στο καράβι τους και καθώς απομακρύνονταν, ο Οδυσσέας φώναξε:
-Κι άν σε ρωτήσουν ποιος σε τύφλωσε, Πολύφημε, να πεις ο Οδυσσέας, ο γιος του Λαέρτη από την Ιθάκη.
Ο Πολύφημος πέταξε έναν τεράστιο βράχο, δεν πέτυχε το καράβι, παρακάλεσε όμως τον πατέρα του τον Ποσειδώνα :
- Πατέρα, μην αφήσεις να γυρίσει στην Ιθάκη ο Οδυσσέας, που με τύφλωσε. Αν είναι όμως να γυρίσει, να γυρίσει μετά από χίλια βάσανα, μόνος , με ξένο πλοίο, κι εκεί να τον βρουν κι άλλες συμφορές.
Όταν έφτασαν με τα καράβια τους στον κάβο Μαλέα, δυνατός βοριάς έσπρωξε τα καράβια τους στην Αφρική, στη χώρα των Λωτοφάγων. Ο Οδυσσέας έστειλε 3 συντρόφους να μάθουν ποιοί έμεναν εκεί. Οι Λωτοφάγοι τους έδωσαν να φάνε λωτούς κι αυτοί τα ξέχασαν όλα κι ήθελαν να μείνουν εκεί. Ο Οδυσσέας τους πήρε με τη βία κι έφυγαν.
Στη συνέχεια οι άνεμοι τους έφεραν στο νησί των Κυκλώπων. Μόνο το πλοίο του Οδυσσέα πλησίασε στο νησί. Βγήκε με τους 12 συντρόφους του στη στεριά, μπήκαν σε μια θεόρατη σπηλιά, όπου βρήκαν καλάθια με φαγητά. Έφαγαν και περίμεναν το νοικοκύρη. Μόλις τον είδαν τρόμαξαν, γιατί ήταν θεόρατος κι είχε μόνο ένα ματι. Ήταν ο Πολύφημος, ο γιος του Ποσειδώνα, που μπαίνοντας έκλεισε την πόρτα της σπηλιάς με ένα τεράστιο βράχο. Άναψε φωτιά, τους είδε, τους ρώτησε ποιοί ήταν, άρπαξε δυο συντρόφους και τους έφαγε. Το επόμενο βράδυ έφαγε άλλους δύο και ρώτησε τον Οδυσσέα:
-Ποιο είναι το όνομά σου;
- Με φωνάζουν Κανένα.
-Εσένα ,Κανένα, θα σε φάω τελευταίο.
Όταν ο Κύκλωπας έπεσε για ύπνο μετά από πολύ φαϊ και κρασί, ο Οδυσσέας άρπαξε ένα μυτερό κλαδί που είχε ξύσει το πρωί και το έμπηξε στο μοναδικό μάτι του Πολύφημου.
-Με τύφλωσε ο κανένας, άρχισε να ουρλιάζει.
Προσθήκη λεζάντας Το πρωί, άνοιξε την πόρτα της σπηλιάς να βγουν τα πρόβατά του και περίμενε να τους πιάσει. Ο Οδυσσέας, όμως, και οι σύντροφοί του έφυγαν δεμένοι στις κοιλιές των προβάτων.
έτρεξαν στο καράβι τους και καθώς απομακρύνονταν, ο Οδυσσέας φώναξε:
-Κι άν σε ρωτήσουν ποιος σε τύφλωσε, Πολύφημε, να πεις ο Οδυσσέας, ο γιος του Λαέρτη από την Ιθάκη.
Ο Πολύφημος πέταξε έναν τεράστιο βράχο, δεν πέτυχε το καράβι, παρακάλεσε όμως τον πατέρα του τον Ποσειδώνα :
- Πατέρα, μην αφήσεις να γυρίσει στην Ιθάκη ο Οδυσσέας, που με τύφλωσε. Αν είναι όμως να γυρίσει, να γυρίσει μετά από χίλια βάσανα, μόνος , με ξένο πλοίο, κι εκεί να τον βρουν κι άλλες συμφορές.
Ερωτήσεις:
- Με πόσα καράβια ξεκίνησε ο Οδυσσέας από την Τροία και τι συνέβη σε αυτά μόλις ξανοίχτηκαν στο Αιγαίο πέλαγος;
- Τι συνέβη στην χώρα των Κικόνων;
- Για που ταξίδεψαν αφού έφυγαν από τη χώρα των Κικόνων και πού έφτασαν τελικά;
- Τι συνέβη στη χώρα των Λωτοφάγων;
- Πόσα καράβια και πόσοι σύντροφοι μαζί με τον Οδυσσέα πλησίασαν το νησί των Κυκλώπων;
- Σε ποιανού τη σπηλιά μπήκαν και τι έκαναν εκεί;
- Τι συνέβη όταν γύρισε ο Πολύφημος;
- Πώς κατάφερε ο Οδυσσέας να ξεγελάσει τον Πολύφημο;
- Τι φώναξε ο Οδυσσέας καθώς απομακρυνόταν από το νησί των Κυκλώπων και πώς αντέδρασε ο Πολύφημος;
- Τι παρακάλεσε ο Πολύφημος τον πατέρα του, τον Ποσειδώνα;